Η ΚΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΜΠΟΥ

18.15

Μάζεψε ο γέρος όσες ψυχικές δυνάμεις του απόμειναν, σφούγγισε τα μάτια, πήρε βαθιά ανάσα, κοίταξε για λίγο προς τα πάνω σα να θελε ν αντλήσει δυνάμεις απ το αιωνόβιο δέντρο και με φωνή παλλόμενη σαν τις χορδές της λύρας συνέχισε:
– Θυμάσαι τη γυναίκα που σου χάρισε χρυσό σταυρό στο γάμο σου; Θυμάσαι τη γυναίκα που σ αγκάλιασε και δεν έλεε να σ αφήσει; Κυρά Χρυσή την είπαμε τότε. Είπες πως ένιωσες ότι εκείνη η γυναίκα σ αγαπά. Ναι, η γυναίκα που σου κρέμασε χρυσό σταυρό στο λαιμό, για να σε φυλάει, η γυναίκα που ένιωσες την καρδιά της να κτυπά στους ίδιους ρυθμούς με τη δική σου, η γυναίκα που διαισθάνθηκες πως σ αγαπά ατέλειωτα, ήταν η Μαρίνα, η γυναίκα που σε γέννησε και σου δωσε το πρώτο γάλα απ τα στήθη της… η μάνα σου!
Χωμένο το χέρι της Φωτεινής στη απαλάμη του γέρου μετέφερε σαν σεισμογράφος τους παλμούς της τρικυμισμένης ψυχής της.

Out of stock